Η βέργα, και αναλόγως τα συμφραζόμενα το μεγάλο λουρί.
Κάτσιτι καλά μη πάρου τη λούρα κι σας μιτρήσου τα παΐδια ιένα ιένα.
Η βέργα, και αναλόγως τα συμφραζόμενα το μεγάλο λουρί.
Κάτσιτι καλά μη πάρου τη λούρα κι σας μιτρήσου τα παΐδια ιένα ιένα.
Το αμούστακο παιδί, ο έφηβος.
Ω μπώ! τι λιανουπαίδ’ είσι Χρήστου σ’ αυτήν τη φουτουγραφία ιδουϊάς;
Το πρόσφορο. Η προσφορά άρτου για την θεία ευχαριστία.
Πάρι κι μια λειτουργιά, πως θα σκώεις του ύψουμα για τη γιουρτή τ’ αδερφούς’;
Νοτιδυτικός άνεμος, ο γνωστός γαρμπής.
Φ’σάει λίβας σιήμιρα, θα καηούμι ζουντανοί.
Χαζός, βλάκας.
Ά¨πάμι να φύφγουμι καθέσαι και τ’ μιλάς, δε γλέπ’ς ότ’ είνι ντίπ λούτους!
Λεκές λαδιού, λαδιά.
Γιόμ’σις τούν τόπου λίγδες π’να σι πάρ’ κι να σι σ’κώς’! πάλε θα μι κάν’ς να πλιένου;
Πολλά.
Αγιέμ’ μια λακμανιά κούτσκ’α σα τς’ γύφτ’ τς’ έσπειρι!
Λασπώνομαι, πιτσιλίζομαι απ’ την λάσπη, κυλιέμαι στη λάσπη.
Λ’τσίσκα απ’ την κουρφή μιέχρι τα νύχια.
Μαύρο αρνί.
Πήρανε τ’ αρνάκια μου και τα κατσικάκια μου, πήραν και το λάγιο αρνί πού’χε το χρυσό μαλλί.
Απ’ το δημοτικό τραγούδι
“Το λαγιαρνί”.
Η παπαδιά
Παπά τα συχαρίκια μου
είδα την παπαδιά σου.
Και που την είδες βρε μικρό,
βρε την ευλογημένη.
Κει στο χορό που χόρευε,
της κόπη η βρακοζώνα
κι εφάνη το πουλάκι της
κι εφάν το πουλί της,
άλλοι το λένε λάγιο αρνί
κι άλλοι λαγός κοιμάται.
Μ’ αυτό δεν είναι λάγιο αρνί,
ούτε λαγός κοιμάται,
παρά είν’ η θήκη του παπά
που βάνει την μπιστόλα.
Φέρτε να πούμε ψέματα
πέντε σακιά γιομάτα.
Ποιος είδε λύκο με βιολί,
λαγό με πετραχήλια
Ποιος είδε τον ηγούμενο
πέντε ημερών λεχώνα
Σκωπτικό δημοτικό της αποκριάς.
Τρέπομαι σε φυγή.
Μί πήρι στού κατόπ’ του σ’κλί κι λάκ’σια στούν κατήφουρου, πως δι τσακίσ’κα!